X

ΕΙΤΗΣΕΕ: “κυβερνητική ομολογία” για ανεπάρκεια του Ινστιτούτου της Φλωρεντίας

Νέα επίθεση της Ένωσης Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας για την περιβόητη μελέτη για τις τηλεοπτικές άδειες.

Ant1news

Νέα επίθεση κατά της Κυβέρνησης για την, αντισυνταγματική όπως υποστηρίζεται από έγκριτους καθηγητές νομικής, τροπολογία και τακτική με την οποία καθορίστηκε ο αριθμός των τηλεοπτικών αδειών και το νέο πλαίσιο αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών, με παράκαμψη του ΕΣΡ,  εξαπολύει η Ένωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας.

Όπως υποστηρίζουν υψηλόβαθμα στελέχη της, «από τη γραπτή απάντηση στη Βουλή του Υπουργού Επικρατείας αναφορικά με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου της Φλωρεντίας (EUI) για τις τηλεοπτικές άδειες, προκύπτει ότι το εν λόγω Ινστιτούτο δεν είχε την αναγκαία τεχνική επάρκεια – επομένως και γνώση, ώστε να διατυπώσει εμπεριστατωμένη θέση για τον αριθμό των τηλεοπτικών σταθμών που χωρούν στο φάσμα. 

Τα στελέχη της Ένωσης Ιδιωτικών Τηλεοπτιικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας σημειώνουν ότι «όπως αναφέρει και ο ίδιος ο Υπουργός πρόκειται για Ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο που «παράγει έρευνα αιχμής σε όλο το φάσμα των οικονομικών, νομικών και πολιτικών επιστημών». Με τις παραπάνω ιδιότητες είναι σαφές ότι το ίδρυμα αυτό δεν μπορούσε να απαντήσει έγκυρα για κατεξοχήν τεχνικά ζητήματα, όπως ο αριθμός των αδειών με βάση τη χωρητικότητα του φάσματος.  Όμως, στη Βουλή, κατά την ψήφιση του νόμου, ο Ν. Παππάς, επικαλέσθηκε τα τεχνικά στοιχεία της μελέτης».

«Κείμενο πολιτικής η μελέτη»

«Γίνεται λοιπόν σαφές ότι η συγκεκριμένη Μελέτη ήταν ένα κείμενο πολιτικής, που προέκυψε με βάση τα στοιχεία που προσκόμισε η Κυβέρνηση στους μελετητές», σημειώνουν οι αξιωματούχοι της Ένωσης, σημειώνοντας ότι «οι θέσεις της ΕΙΤΗΣΕΕ επιβεβαιώνονται πλήρως σε σχέση με το συγκεκριμένο κείμενο και πώς αυτό αξιοποιήθηκε από την Κυβέρνηση, προκειμένου να εξυπηρετήσει τις ειλημμένες από καιρό αποφάσεις της».

Πηγές της ΕΙΤΗΣΕΕ υπενθύμιζαν ότι «η μελέτη αυτή παρουσιάστηκε στην Βουλή ως τεχνική εμπειρογνωμοσύνη και με βάση αυτή καθορίστηκε ο αριθμός των τεσσάρων σταθμών».