X

Κομισιόν: “θετική” για αφορολόγητο - “ανήσυχη” για τα αναδρομικά

Οι εκτιμήσεις για την πορεία της οικονομίας και τους στόχους. Σε ποιο ύψος προβλέπει φέτος την ανάπτυξη.

Ant1news

Της Μαρίας Αρώνη

Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να μεγεθύνεται, σύμφωνα με τις «εαρινές οικονομικές προβλέψεις» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στην Ελλάδα προβλέπεται να φτάσει από το 1,9% το 2018 στο 2,2% το 2019 και το 2020.

Οι προβλέψεις της Επιτροπής για την ανάπτυξη είναι ελαφρώς αναθεωρημένες προς τα κάτω, σε σχέση με το Φεβρουάριο, όταν προέβλεπε πως η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2018 θα ήταν στο 2% του ΑΕΠ και θα έφτανε το 2,3% το 2020.

Με τίτλο «Ενίσχυση της ανάπτυξης για τη στήριξη της σταθερής μείωσης του χρέους», η έκθεση της Επιτροπής για την Ελλάδα επισημαίνει ότι η οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα ενισχύθηκε το 2018, κυρίως λόγω της έντονης απόδοσης των εξαγωγών. «Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί, ενισχυμένος από τις συνεχιζόμενες βελτιώσεις στην εγχώρια ζήτηση και παρά το επιδεινούμενο εξωτερικό περιβάλλον. Το υπόλοιπο της γενικής κυβέρνησης σημείωσε πλεόνασμα το τρίτο τρίμηνο το 2018 και η Ελλάδα αναμένεται να επιτύχει τους συμφωνημένους δημοσιονομικούς στόχους της το 2019 και το 2020. Στο πλαίσιο αυτό, το δημόσιο χρέος θα πρέπει να αρχίσει να μειώνεται, αν και οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι πρέπει να παρακολουθούνται», αναφέρει η έκθεση της Επιτροπής.

 

Εξάλλου, η Επιτροπή τονίζει ότι η ελληνική οικονομία ενισχύεται αλλά οι επενδύσεις παραμένουν αδύναμες. «Το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,9% το 2018, κυρίως λόγω των καθαρών εξαγωγών. Με πραγματική αύξηση των εξαγωγών στο 8,7%, η Ελλάδα κατόρθωσε να αυξήσει τα μερίδια της παγκόσμιας αγοράς, τόσο σε αγαθά, όσο και σε υπηρεσίες, ενώ οι εισαγωγές παρέμειναν υποτονικές. Η ιδιωτική κατανάλωση διατήρησε τη δυναμική της και συνέβαλε περαιτέρω στην ετήσια αύξηση του ΑΕΠ. Ωστόσο, οι επενδύσεις σημείωσαν σημαντική υποχώρηση, εν μέρει λόγω της μεγάλης υποαπορρόφησης του προϋπολογισμού για τις δημόσιες επενδύσεις. Η υποαπορρόφηση του προϋπολογισμού έχει επίσης ως αποτέλεσμα την υποχώρηση της δημόσιας κατανάλωσης και επομένως του ΑΕΠ», αναφέρει η έκθεση της Επιτροπής.

Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομιας, η Επιτροπή εκτιμά ότι «θα παραμείνει ανθεκτική , παρά την επιβράδυνση στο εξωτερικό».

Το 2019, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να ενισχυθεί στο 2,2% και να παραμείνει σταθερή και το 2020.  

Το 2020 προβλέπεται ότι θα υπάρξει ανάκαμψη της αύξησης των ιδιωτικών επενδύσεων, αν και το αυξημένο κόστος εργασίας θα συμπιέσει το περιθώριο κέρδους ορισμένων επιχειρήσεων, περιορίζοντας έτσι τη δυναμική τους να επενδύσουν χωρίς πρόσθετη εξωτερική χρηματοδότηση. «Αυτή η αύξηση του κόστους εργασίας αναμένεται να μεταφραστεί σε κάποια απώλεια στην ανταγωνιστικότητα.», εκτιμά η Επιτροπή. 

 

Αγορά Εργασίας

Η ανάκαμψη της αγοράς εργασίας συνεχίστηκε το 2018, αλλά αναμένεται κάποια επιβράδυνση λόγω της πρόσφατης αύξησης του ελάχιστου μισθού. Η απασχόληση αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,5% το 2019 και κατά 1,3% το 2020, μειώνοντας το ποσοστό ανεργίας στο 16,8% έως το 2020. 

Πληθωρισμός

Παρά τις χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου, ο πληθωρισμός προβλέπεται να παραμείνει στο 0,8% το 2019 και το 2020. Η αύξηση των κατώτατων μισθών αναμένεται να επιδράσει συγκρατημένα στον πληθωρισμό τόσο το 2019 όσο και το 2020. 

Δημοσιονομικοί στόχοι

Για τρίτη συνεχή χρονιά, η Ελλάδα καταγράφει δημοσιονομικό πλεόνασμα, το οποίο το 2018 έφτασε το 1,1% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με την Επιτροπή, το αποτέλεσμα αυτό βασίστηκε στη δημοσιονομική προσαρμογή που επιτεύχθηκε τα τελευταία χρόνια και επωφελήθηκε από τη σταθερή αύξηση του ΑΕΠ, την «ευρεία ανάκτηση των φορολογητέων κερδών» και την περαιτέρω μείωση των λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών.

Επιπλέον, η Ελλάδα αναμένεται να επιτύχει τους συμφωνημένους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2019 και το 2020.

 

Ωστόσο, σύμφωνα με την Επιτροπή, «σημαντικούς καθοδικούς κινδύνους» αποτελούν οι συνεχιζόμενες δικαστικές υποθέσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μερική αντιστροφή προηγούμενων μεταρρυθμίσεων και να προκαλέσουν δημοσιονομικές υποχρεώσεις. Επίσης, πρόσθετες πιέσεις θα μπορούσαν να προκύψουν από πρωτοβουλίες πολιτικής που επηρεάζουν το δημόσιο μισθολογικό κόστος.  

Επισημαίνεται, πάντως, ότι οι προβλέψεις της Επιτροπής βασίζονται στην υπόθεση εργασίας ότι ο προϋπολογισμός θα εφαρμοστεί πλήρως. Παράλληλα, επισημαίνεται ότι  λαμβάνεται υπόψη η πρόθεση της κυβέρνησης να μην εφαρμοστεί η μείωση του αφορολογήτου το 2020, κάτι το οποίο «θα συζητηθεί περαιτέρω στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας». 

Συνολικά, σύμφωνα με την παραδοχή της μη αλλαγής πολιτικής, το δημοσιονομικό πλεόνασμα αναμένεται να φθάσει το 0,5% του ΑΕΠ το 2019, μετά την εφάπαξ θετική επίπτωση των μέτρων χρέους που συμφωνήθηκαν στις 5 Απριλίου 2019. Για το 2020 η Επιτροπή προβλέπει  δημοσιονομικό έλλειμμα -0,1% του ΑΕΠ, λόγω της αύξησης των πληρωμών τόκων και της απουσίας περαιτέρω υπό αίρεση μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.  

Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας αναμένεται να φτάσει το 181,1% του ΑΕΠ το 2018 και να μειωθεί στο 174,9% το 2019 και στο 168,9% το 2020, χάρη στην ανάπτυξη και στα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.

«Να μην παγιωθούν τα υπερπλεονάσματα»

“Ας μην προκαταλαμβάνουμε τις αποφάσεις που ενδεχομένως πάρει η κυβέρνηση”, απάντησε ο Επίτροπος Οικονομίας, Πιερ Μοσκοβισί όταν ρωτήθηκε για τις προθέσεις της κυβέρνησης να προχωρήσει σε κοινωνικά μέτρα και να μην εφαρμόσει τη μείωση του αφορολόγητου.

Ο Π. Μοσκοβισί τόνισε ότι αυτό που έχει σημασία είναι οι αποφάσεις να λαμβάνονται στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας και σημείωσε ότι η  απόδοση της ελληνικής οικονομίας συνεχίζει να είναι πολύ καλή, ιδίως σε ό,τι αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα. “Η Ελλάδα αναμένεται να επιτύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους το 2019 και 2020”, είπε. Σημείωσε, ωστόσο, ότι οι προβλέψεις της Επιτροπής δεν λαμβάνουν υπόψη τους τα μέτρα που ανακοίνώθηκαν στο πρόγραμμα σταθερότητας που κατέθεσε την περασμένη εβδομάδα η κυβέρνηση.  Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι στο παρελθόν η Ελλάδα, όχι μόνο επέτυχε τους στόχους της, αλλά τους ξεπέρασε και πως το Eurogroup  έχει δεχθεί, στο παρελθόν, να υπάρξουν κοινωνικά μέτρα, όταν υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος.

Εξάλλου, ο Π. Μοσκοβισί τόνισε ότι η Επιτροπή ποτέ δεν πείστηκε ότι τα υπερβολικά υψηλά υπερπλεονάσματα είναι και ο σωστός δρόμος για την Ελλάδα. «Φυσικά οι δεσμεύσεις πρέπει να τηρούνται , αλλά αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να παγιωθεί η τακτική των υπερπλεονασμάτων. Αυτή η συζήτηση θα γίνει σοβαρά στο μέλλον, αλλά θα πρέπει να γίνουν σεβαστές οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί», είπε ο Π. Μοσκοβισί.