X

Σημαντικές ανακοινώσεις για χρυσό στεφάνι της Βεργίνας

Στον Ηρακλή, νόθο γιο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Περσίδας Βαρσίνης, ανήκει κατά πάσα πιθανότητα το χρυσό στεφάνι του ανέλπιστου ευρήματος που εντοπίστηκε το περασμένο καλοκαίρι, στη διάρκεια της πανεπιστημιακής ανασκαφής στη Βεργίνα, όπως ανακοίνωσε στις 2 Απριλίου στην αίθουσα τελετών της Φιλοσοφικής σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, η καθηγήτρια του ΑΠΘ και επικεφαλής της ανασκαφής, Χρυσούλα Παλιαδέλη. Η κα Παλιαδέλη κατέληξε στο συμπέρασμα πως πρόκειται για την ταφή ενός από τους δύο γιους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Ηρακλή ή του Αλεξάνδρου του Δ’, με περισσότερες πιθανότητες να πρόκειται για τον πρώτο.

Ant1news

Στον Ηρακλή, νόθο γιο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Περσίδας Βαρσίνης, ανήκει κατά πάσα πιθανότητα το χρυσό στεφάνι του ανέλπιστου ευρήματος που εντοπίστηκε το περασμένο καλοκαίρι, στη διάρκεια της πανεπιστημιακής ανασκαφής στη Βεργίνα, όπως ανακοίνωσε στις 2 Απριλίου στην αίθουσα τελετών της Φιλοσοφικής σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, η καθηγήτρια του ΑΠΘ και επικεφαλής της ανασκαφής, Χρυσούλα Παλιαδέλη.

Η κα Παλιαδέλη κατέληξε στο συμπέρασμα πως πρόκειται για την ταφή ενός από τους δύο γιους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Ηρακλή ή του Αλεξάνδρου του Δ’, με περισσότερες πιθανότητες να πρόκειται για τον πρώτο, συνεκτιμώντας τα ευρήματα και συνδυάζοντάς τα με την ενδελεχή αρχαιολογική έρευνα, αλλά και τα στοιχεία που προέκυψαν από διεπιστημονική, στο επτάμηνο, που μεσολάβησε από τον εντοπισμό του ευρήματος.

Το ολόχρυσο στεφάνι - σαφές δείγμα «βασιλικού νεκρού» - εντοπίστηκε στις 27 του περασμένου Αυγούστου στο βορειοανατολικό τμήμα του πυθμένα ορύγματος, στον ευρύτερο χώρο της αγοράς της Βεργίνας, δίπλα στο ιερό της Εύκλειας. Επρόκειτο για το πρώτο ταφικό εύρημα που εντοπίστηκε στις Αιγές -εκτός του νεκροταφείου και της μεγάλης Τούμπας των βασιλικών τάφων- και μάλιστα στο χώρο της αρχαίας αγοράς κοντά στην Εύκλεια, το πολιτικό κέντρο της αρχαίας πόλης.
Το στεφάνι εντοπίστηκε μέσα σε χάλκινο αγγείο (κύστη), μέσα στο οποίο υπήρχε δεύτερο χρυσό αγγείο (υδρία) ύψους 26 και διαμέτρου 38,5 εκατοστών. Το στεφάνι απαρτιζόταν από δύο στελέχη (κύκλους) διαμέτρου 16,5 και 18,5 εκατοστών. Γύρω τους ήταν πλεγμένα 17 κλαδιά, διακοσμημένα με 180 φύλλα και 34 καρπούς δρυός (βελανιδιάς). Το στεφάνι χρονολογείται στο β’ μισό του 4ου αιώνα και όχι αργότερα από το 300 π.Χ.

Αντίθετα, η οστεολογική εξέταση έγινε με σειρά ακτινογραφιών και αξονικών τομογραφιών, αποδεικνύοντας πως η ηλικία του νεκρού, ή νεκρής, προσδιορίστηκε με ασφάλεια μεταξύ των 15-18 ετών, γεγονός που απέκλεισε την υπόθεση ότι ενδεχομένως να επρόκειτο για τη μεταφερθείσα, από την Αίγυπτο, σωρό του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Από την εξέταση των οστών επιβεβαιώθηκε ότι είχαν υποστεί καύση αμέσως ή λίγες ώρες μετά το θάνατο. Η καύση είχε μεγάλη διάρκεια και έγινε σε πυρά θερμοκρασίας υψηλότερης των 800 βαθμών Κελσίου, γεγονός που αποκλείει την περίπτωση να έγινε εν κρυπτώ.

Στη συζήτηση, που ακολούθησε της παρουσίασης, καθηγητές Αρχαιολογίας διατύπωσαν τις αμφιβολίες τους αναφορικά με τις επίσημες υποθέσεις της κ. Παλιαδέλη, επικαλούμενοι ιστορικές πηγές, σύμφωνα με τις οποίες, ο Κάσσανδρος, που φέρεται ως ο απόλυτος άρχοντας της περιοχής ως το έτος θανάτου του, το 297 π.Χ, μισούσε τους γιους του Μ. Αλεξάνδρου (ήταν, μάλιστα, αυτός, που φέρεται ότι διέταξε να θανατωθούν) και πιθανούς διεκδικητές της εξουσίας, την οποία κατέλαβε, οπότε δεν θα επέτρεπε σε καμία περίπτωση να πραγματοποιηθεί τελετή δημόσιας καύσης των σορών τους.

«Είμαι απολύτως προετοιμασμένη για την ανατροπή. Πιθανόν το ερχόμενο καλοκαίρι να υπάρξουν νέα δεδομένα», τόνισε κατά τη διάρκεια της επίσημης παρουσίασης του ευρήματος η κα. Παλιαδέλη.