X

Κροκόδειλος του Νείλου είναι ο Σήφης

Άκαρπες οι προσπάθειες των ερπετολόγων για να τον αιχμαλωτίσουν. Ποια είναι τα συμπεράσματα που έβγαλαν.

Ant1news

Τρεις μέρες και τρεις νύχτες ο περιβόητος «κροκοδειλάκιας», Ολιβιέ Μπεχρά, προσπαθούσε να εντοπίσει τα ίχνη του Σήφη στη λίμνη του φράγματος Ποταμών. Ο κροκόδειλος, όμως, κατάφερνε να ξεγλιστράει διαρκώς… σαν χέλι.

Είδαν κι αποείδαν ο Μπεχρά και οι συνεργάτες του… και σήκωσαν τα χέρια ψηλά.

Ο «κροκοδειλάκιας» κατέληξε, πάντως, σε ορισμένα συμπεράσματα από τα στοιχεία που συνέλεξε στη διάρκεια της επιχείρησης. Ο Σήφης είναι κροκόδειλος του Νείλου και είναι παχύς. Δεν έχει αποσαφηνιστεί εάν είναι αρσενικός ή θηλυκός, ενώ το μέγεθός του (περίπου 1,70μ.) παραπέμπει σε μια ηλικία 4-7 ετών.

Σε ανακοίνωση που εξέδωσε η δασολόγος, Χαρά Καργιολάκη, αναφέρονται τα εξής για την επιχείρηση:

«Μετά από τη σχετική απόφαση της ορισθείσας από το Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης Ομάδας Άμεσης Επέμβασης, στις 26-27-28 Αυγούστου 2014, επιχειρήθηκε η σύλληψη του κροκοδείλου που ζει στο φράγμα Ποταμών Αμαρίου Κρήτης.

Στην επιχείρηση αυτή συμμετείχαν ο κος Olivier Behra (ειδικευμένος στην σύλληψη των κροκοδείλων) και η συνεργάτης του κα Martine Velitch, μέλη της ομάδας άμεσης επέμβασης (όπως έχει ορισθεί από τον ΓΓΑΔΚ), υπάλληλοι της Δ/νσης Δασών Ρεθύμνου, του Οργανισμού Ανάπτυξης Κρήτης, της Ελληνικής Αστυνομίας, όπως και εθελοντές.

Στις αρχικές αυτοψίες στην περιοχή αναγνωρίστηκε η ύπαρξη του ζώου, οι χώροι στους οποίους κινείται και ξεκουράζεται και αποφασίστηκε ο χρόνος, ο τρόπος και τα αναγκαία μέσα για την επιχείρηση σύλληψης. O Olivier Behra, εξ αρχής επέλεξε να επιχειρήσει κατά τις νυχτερινές ώρες, λόγω των μεγαλύτερων πιθανοτήτων για επιτυχία. Από την πρώτη στιγμή τονίσθηκε η ανάγκη για συνθήκες απόλυτης ησυχίας και σκότους καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησης, προκειμένου να αφεθεί το ζώο σε ηρεμία και να μπορέσει να το ακινητοποιήσει με τη χρήση φακού και να το συλλάβει με ειδικά σκοινιά. Η μορφολογία της περιοχής (12 χιλιόμετρα ακτογραμμών), του πυθμένα με τις απότομες εναλλαγές βάθους (μέγιστο βάθος 50 μ.), όπως και η ύπαρξη παλαιότερων δένδρων σε κατάκλιση και νεώτερης υδροχαρούς βλάστησης που χρησιμοποιούνται ως καταφύγιο του ζώου, δημιουργούν ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες για την επιχείρηση,

Ο τρόπος που επελέγη τελικά ήταν η χρήση μικρής πλαστικής βάρκας, με μηχανή 5 ίππων και κουπιά, για την ανίχνευση της ακτογραμμής και τον εντοπισμό του ζώου. Στην ακτή υπήρχε εφεδρική λέμβος μεγαλύτερου κυβισμού με έμπειρους χειριστές – ναυαγοσώστες, ώστε να είναι δυνατή η άμεση επέμβαση σε οποιοδήποτε ενδεχόμενο. Εάν η πλαστική βάρκα είχε προβλήματα λόγω της βλάστησης στην προσέγγιση του ζώου, θα χρησιμοποιούνταν κανό με κουπιά. Εκτός από τον Olivier Behra, στις βάρκες επέβαινε και ο ερπετολόγος και μέλος της ομάδας άμεσης επέμβασης, κος Πέτρος Λυμπεράκης.

Από την πρώτη ημέρα των επιχειρήσεων, σε όλες τις εγκαταστάσεις του Ο.Α.Κ. Α.Ε. γύρω από το φράγμα έγινε πλήρης συσκότιση. Επίσης, η περιοχή επιτηρείτο από υπαλλήλους της Δ/νσης Δασών Ρεθύμνου, όπως και από άνδρες της Ελληνικής Αστυνομίας, για να επιτευχθούν ιδιαίτερες συνθήκες ησυχίας μειώνοντας στο ελάχιστο την όχληση του ζώου.

Την πρώτη νύχτα (26 Αυγούστου), η επιχείρηση εντοπισμού διήρκεσε από τις 20.00 μέχρι 24.00. Έγινε αναγνώριση του μικροπεριβάλλοντος των ακτογραμμών χωρίς να καταστεί δυνατός ο εντοπισμός του ζώου.

Στις 27 Αυγούστου, το ζώο εντοπίσθηκε από εθελοντή κάτοικο της περιοχής στις 8.00 π.μ. Ο κος Behra, όλο το πρωί μελετούσε τη συμπεριφορά του ζώου στη συγκεκριμένη περιοχή για να προσαρμόσει τη μέθοδο σύλληψης, γνωρίζοντας ότι το ζώο συνήθως επιστρέφει το βράδυ. Το ζώο εμφανίστηκε στην ίδια περιοχή αργά το απόγευμα. Γνωρίζοντας την τοποθεσία που βρίσκεται, επελέγη η χρήση διθέσιου κανό για την καλύτερη προσέγγιση.

Γύρω στις 21.00, ενώ η επιχείρηση σύλληψης προχωρούσε κανονικά και ο Olivier Behra με τον Π. Λυμπεράκη ήταν έτοιμοι να επιβιβαστούν στο κανό, κάτοικος της περιοχής με αυτοκίνητο, μη συμμορφούμενος στις συστάσεις αστυνομικών και υπαλλήλων της Δ/νσης Δασών Ρεθύμνου, προσέγγισε στη λίμνη απέναντι από την περιοχή που εμφανίστηκε ο κροκόδειλος, με αναμμένους ισχυρούς προβολείς και έθεσε σε λειτουργία τηλεβόα με συναγερμό και μηχάνημα παραγωγής μιμητικών ήχων πουλιών. Στη συνέχεια προσπάθησε να δημιουργήσει περαιτέρω όχληση με σφυρίγματα και φωνές. Η σοβαρότατη αυτή διατάραξη της ησυχίας ανάγκασε την επιχείρηση σύλληψης του ζώου να διακοπεί.

Σε μια προσπάθεια ανίχνευσης της νεότερης κατάστασης, αφού αφέθηκε εύλογος χρόνος για την ηρεμία του ζώου, ο Olivier Behra με τον Π. Λυμπεράκη επιβιβάστηκαν ξανά στο κανό γύρω στις 22.30 προς την περιοχή που είχε νωρίτερα εντοπισθεί το ζώο. Σ’ αυτή τους την προσπάθεια, πλησίασαν δύο φορές το ζώο για να το αιχμαλωτίσουν στα ρηχά νερά του φράγματος. Ιδιαίτερα τη δεύτερη φορά, ο Behra έπιασε το ζώο με τα χέρια του από τον κορμό του, αλλά αυτό αντέδρασε ξεφεύγοντας και απομακρύνθηκε στα βαθειά. Βλέποντας ότι το ζώο δεν εμφανίζεται ξανά, αποφασίσθηκε να συνεχισθεί η προσπάθεια την επόμενη νύχτα, καθώς η περαιτέρω ενόχληση του πιθανόν να το οδηγούσε σε άλλη περιοχή του φράγματος.

Την τελευταία ημέρα (28η Αυγούστου) εντάθηκε ο έλεγχος της περιοχής με τη συμμετοχή Ελληνικής Αστυνομίας και Δ/νσης Δασών Ρεθύμνου για την αποφυγή οποιασδήποτε όχλησης. Παρ’ όλη την προσπάθεια εντοπισμού του κροκοδείλου σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, αυτός έγινε αντιληπτός στις 20.00. Η επιχείρηση με την ίδια σύνθεση ξεκίνησε στις 21.00. Αυτή τη φορά έγινε προσπάθεια σύλληψής με θηλιά, αλλά ο κροκόδειλος κατάφερε να απομακρυνθεί στα βαθειά του φράγματος, χωρίς να καταστεί δυνατός ο εντοπισμός του εκ νέου έως τις 2.00 π.μ. Στις 2.30 π.μ. αποφασίστηκε η λήξη της επιχείρησης εντοπισμού και σύλληψης του ζώου».