X

Οι λιγότερες δόσεις συμφέρουν περισσότερο στην ρύθμιση οφειλών

Η διάρκεια αποπληρωμής του χρέους αυξομειώνει το συνολικό ποσό που θα κληθεί να πληρώσει ο οφειλέτης για την εξόφληση του αρχικού ποσού της οφειλής και των «κουρεμένων» προσαυξήσεων

Ant1news

Του Παναγιώτη Δημητρακόπουλου 

«Ζυγαριά» που αυξομειώνει σημαντικά το συνολικό κόστος για την αποπληρωμή κάθε ληξιπρόθεσμου χρέους στην εφορία ή σε κάποιο ασφαλιστικό ταμείο, αποτελεί ο αριθμός των δόσεων που ο οφειλέτης θα επιλέξει για να εξοφλήσει το χρέος του, καθώς απο ατόν εξαρτάται το τελικό ύψος  των τόκων.

Ειδικά με την νέα ρύθμιση με ως και 100 δόσεις, που προβλέπει δηλαδή η τελευταία δόση να μπορεί να δοθεί μετά από οκτώ χρόνια και τέσσερις μήνες, ήτοι ως και τον Φεβρουάριο του 2023, το «βάρος» για την διευκόλυνση εξόφλησης σε τέτοιο βάθος χρόνου είναι σημαντικά μεγαλύτερο από αυτό της καταβολής της τελευταίας δόσης μετά από 60, 48 ή καλύτερα 36 μήνες από την πρώτη, δηλαδή ως και στον μισό χρόνο απο τις 100 δόσεις.

Αυτό προϋποθέτει ο οφειλέτης να έχει την ευχέρεια να ανταποκριθεί σε μια μεγαλύτερη δόση, για το ύψος της οποίας, πριν από την υπαγωγή στην ρύθμιση και την επιλογή του τελικού βάθους χρόνου εξόφλησης του χρέους, πρέπει να συνεκτιμηθεί το όφελος από την διαγραφή ως και του 90% του συνολικού ποσού προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων.

Πότε προκύπτει μεγαλύτερο όφελος 

Η νέα ρύθμιση δίνει σειρά επιλογών αριθμού δόσεων, για εξόφληση από 12 μέχρι και 100 δόσεις, με αντιστρόφως ανάλογου ύψους διαγραφή προσαυξήσεων. Ενδεικτικά, για τις 24 δόσεις προβλέπεται διαγραφή του 80% των προσαυξήσεων, για τις 48 δόσεις διαγραφή του 60% του προσαυξήσεων και 72 δόσεων με μείωση προσαυξήσεων κατά 30%, ενώ για τον μέγιστο αριθμό, των 100 δόσεων προβλέπεται διαγραφή προσαυξήσεων της τάξης του 20%.

Το συμφέρον του οφειλέτη εξαρτάται από τις δόσεις που θα διαλέξει τελικώς για να καταβάλει το χρέος του. Έστω ότι οφειλέτης έχει χρέος 12.000 ευρώ, εκ των οποίων οι 10.000 είναι η κύρια οφειλή και οι 2.000 είναι προσαυξήσεις.

Αν επιλεγεί εξόφληση σε 100 δόσεις, ο οφειλέτης δικαιούται «κούρεμα» 20% των προσαυξήσεων, δηλαδή 400 ευρώ κι επομένως η συνολική οφειλή μειώνεται σε 11.600 ευρώ. Η μηνιαία δόση, με το ετήσιο επιτόκιο του 4,56% που προβλέπεται στην ρύθμιση, ανέρχεται σε 140 ευρώ κι έτσι σε βάθος 8 ετών και 4 μηνών, για οφειλή 11.600 ευρώ, θα πρέπει να καταβληθούν 14.000 ευρώ, δηλαδή επιπλέον 2.400 ευρώ.

Αν ο οφειλέτης όμως μπορεί να ανταπεξέλθει στο ύψος τους και επιλέξει να εξοφλήσει το ίδιο ποσό σε 48 δόσεις, περίπου στον μισό χρόνο δηλαδή, τα δεδομένα αλλάζουν σημαντικά.

Με τις 48 δόσεις δικαιούται διαγραφή του 60% των προσαυξήσεων κι έτσι η συνολική οφειλή μειώνεται σε 10.800 ευρώ. Η μηνιαία δόση θα ανέλθει σε 246 ευρώ κι έτσι σε βάθος 4 ετών, θα πρέπει να καταβληθούν 11.808 ευρώ, δηλαδή επιπλέον 1.008 ευρώ του αρχικού ποσού, ποσό σημαντικά μικρότερο από τα επιπλέον 2.400 ευρώ στην ρύθμιση με τις 100 δόσεις.

Τι άλλο να προσέχετε 

Σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην ψηφισμένη από την Βουλή ρύθμιση οφειλών προς το Δημόσιο, οι συμψηφισμοί με επιστροφές φόρων θα συνεχιστούν, παρά την ρύθμιση, ωστόσο θα γίνονται μόνο στο τμήμα που αφορά το 1/7 του ποσού της ρυθμισμένης οφειλής που απομένει για εξόφληση.

Ακόμη, ποιος υπαχθεί σε αυτήν, για να την διατηρεί και να επωφελείται του μεγάλου αριθμού δόσεων και των άλλων παραμέτρων της, πρέπει να είναι διαρκώς φορολογικά ενήμερος.

Η ρύθμιση και μαζί της το πλαίσιο προστασίας από κατασχέσεις χάνονται και αν δεν καταβληθεί εγκαίρως μία δόση μέσα στο πρώτο εξάμηνο της ρύθμισης. Όμως, αφού παρέλθει το εξάμηνο, η ρύθμιση χάνεται αν δεν καταβληθούν εμπρόθεσμα μέχρι δύο δόσεις μέσα σε ένα έτος ή καθυστερήσει η καταβολή μίας δόσης πάνω από δύο μήνες από την κανονική προθεσμία.

Ωστόσο, αν η ρύθμιση χαθεί και ο οφειλέτης μπορέσει να αποδείξει στον Έφορο ότι αυτό συνέβη για λόγους ανωτέρας βίας, μπορεί να έχει και δεύτερη ευκαιρία, η οποία θα είναι και η τελευταία, σε κάθε περίπτωση. 

Η υποβολή των αιτήσεων για υπαγωγή στην ρύθμιση θα γίνει ηλεκτρονικά, μέσω ειδικής εφαρμογής, ώστε να αποφευχθούν οι τεράστιες ουρές και η πολύωρη ταλαιπωρία στις Εφορίες και τα Ασφαλιστικά Ταμεία.