X

«Περιουσία» από «φακελάκια» είχε φτιάξει πανεπιστημιακός

Ένας καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας ζητούσε και λάμβανε φακελάκια για να περνά τους φοιτητές του στις εξεταστικές.

Ant1news

Η ελληνική δικαιοσύνη έκρινε τελεσίδικα την περίπτωση του καθηγητή, ο οποίος ζητούσε χρήματα από φοιτητές, προκειμένου να "περάσουν" το μάθημά του, επισημαίνει το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, με αφορμή προσφυγή του καθηγητή κατά της απόλυσής του, με το επιχείρημα ότι έχει υποστεί οικονομική καταστροφή και δεν μπορεί να ζήσει την οικογένειά του.

«Το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας αντιμετώπισε με τον πρέποντα τρόπο και τηρώντας τις προβλεπόμενες από το νόμο διαδικασίες την προ ετών μεμονωμένη περίπτωση ενός μέλους του ΔΕΠ που είχε τότε προβεί σε πράξεις, τις οποίες έκρινε με τελεσίδικες αποφάσεις της η ελληνική δικαιοσύνη, την οποία σέβεται πλήρως και ανεπιφύλακτα το ΠΑΜΑΚ» αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση.

«Αποτελεί κανόνα η απόλυτη καταδίκη πράξεων εκτροπής από την ακαδημαϊκή δεοντολογία" προσθέτει το ΠΑΜΑΚ, υπογραμμίζοντας ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση του καθηγητή "αντιμετώπισε με συναίσθηση ευθύνης και τηρώντας, σε όλο το χρονικό διάστημα της δικαστικής διαδρομής της, όλες τις εκ του νόμου απορρέουσες υποχρεώσεις του για τη διαχείριση παρόμοιων υποθέσεων».

Ο τιμοκατάλογος με τα ποσά και ο «ψιλικατζής» καθηγητής

Τιμοκατάλογο με το χρηματικό ποσό που θα έπρεπε να περιέχει το φακελάκι, το οποίο θα έδιναν οι φοιτητές για να περάσουν το μάθημα, είχε συντάξει αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Το ποσό που θα είχε μέσα το φακελάκι ήταν ανάλογο με τον βαθμό που ήθελαν να πάρουν οι φοιτητές.

Ο πανεπιστημιακός διδάσκαλος -τον οποίο οι συνάδελφοί του αποκαλούσαν «ψιλικατζή» - για να βαθμολογήσει μάθημα με «8» ζητούσε 300 ευρώ και για το «6» ζητούσε 250 ευρώ.

Σύμφωνα με τον τιμοκατάλογο ο φοιτητής που ήθελε να βαθμολογηθεί με «6» θα έβαζε στο φακελάκι 250 ευρώ, όποιος ήθελε «7» θα έβαζε 280 ευρώ, για βαθμό «8» 300 ευρώ, για «9» το ποσό των 350 ευρώ και για «10», 400 ευρώ.

Ο καθηγητής ρωτούσε τους φοιτητές τι βαθμό ήθελαν και σύμφωνα με τον τιμοκατάλογο ζητούσε το ανάλογο ποσό, μέσω συνεργάτη του, ενώ δεν σήκωνε «παζάρια» όταν οι φοιτητές του έλεγαν ότι δεν έχουν χρήματα και απαιτούσε απαρέγκλιτα το ποσό που είχε καθορίσει στον τιμοκατάλογο, αν φυσικά ήθελαν να περάσουν το μάθημα.

Μετά από αυτά απολύθηκε οριστικά από το Πανεπιστήμιο, καταδικάστηκε ο ίδιος και ο συνεργάτης του.

Από το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης ο καθηγητής έχει καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης 18 μηνών για παθητική δωροδοκία κατ΄ εξακολούθηση και η ποινή επικυρώθηκε από τον Άρειο Πάγο, ενώ ο συνεργός διαμεσολαβητής του καθηγητή καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους για άμεση συνέργεια σε παθητική δωροδοκία κατ΄ εξακολούθηση.

Όμως, ο Πανεπιστημιακός καθηγητής έχει προσφύγει και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο  Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για το ποινικό σκέλος της υπόθεσης.

Στον αναπληρωτή καθηγητή ανατέθηκε η εξέταση μαθήματος άλλου καθηγητή, ο οποίος νοσηλευόταν σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Οι εξετάσεις ήταν γραπτές.

Πολλοί φοιτητές, μετά τη διενέργεια των εξετάσεων, εν όψει του γεγονότος ότι τα θέματα των εξετάσεων κρίθηκαν δύσκολα, σε συνδυασμό με τη φήμη που διέρρεε μεταξύ των φοιτητών, ότι ο εν λόγω καθηγητής είχε την πρόθεση να διευκολύνει τους φοιτητές ώστε να περάσουν το μάθημα, επισκέφθηκαν τον καθηγητή στο γραφείο του.

Το ιστορικό της σύλληψης

Μεταξύ των φοιτητών ήταν και οι δύο φοιτήτριες, οι οποίες όμως τον επισκέφθηκαν στο γραφείο μεμονωμένα. Μάλιστα, μία από τις δύο αυτές φοιτήτριες, τελικά αποκάλυψε το «έργο» του καθηγητή.

Για τους περισσότερους φοιτητές, όπως και για τις δύο φοιτήτριες, ήταν το τελευταίο μάθημα για την ολοκλήρωση των σπουδών τους και τη λήψη του πτυχίου.

Κατά τις συναντήσεις αυτές ο καθηγητής διαβεβαίωσε ότι θα περάσουν το μάθημα και παρότρυνε τις δύο φοιτήτριες να επικοινωνήσουν μαζί του σε λίγες μέρες προκειμένου να πληροφορηθούν τη βαθμολογία του γραπτού τους. Μάλιστα έδωσε και τον αριθμό του κινητού τηλεφώνου του.

Έτσι και έγινε. Μετά από λίγες μέρες οι δύο φοιτήτριες τον επισκέφθηκαν και πάλι στο γραφείο του, όπου τους ανακοίνωσε ότι «κόπηκαν», καθώς η βαθμολογία των γραπτών τους ήταν «3», δηλαδή κάτω από τη βάση.

Ο πανεπιστημιακός διδάσκαλος έσπευσε να τις καθησυχάσει, διαβεβαιώνοντας αυτές ότι ο βαθμός αυτός μπορεί να αλλάξει εάν έκαναν κάποια φροντιστήρια με έναν βοηθό του, χωρίς να διευκρινίσει με σαφήνεια εάν και πότε επρόκειτο να επανεξετασθούν.

Στις ερωτήσεις των φοιτητριών για το πότε θα επανεξετασθούν, αφού η εξεταστική περίοδος είχε τελειώσει, ο καθηγητής απαντούσε αόριστα ότι θα εκτιμούσε το επίπεδό τους και ότι ίσως δεν θα ήταν απαραίτητο να επανεξετασθούν.

Ο καθηγητής κάτω από το βάρος των πιέσεων των φοιτητριών ομολόγησε ότι τα φροντιστηριακά μαθήματα δεν θα γίνουν και ότι πρέπει να καταβάλουν τα σχετικά ποσά προκειμένου να λάβουν μεγαλύτερο βαθμό. Δηλαδή «βαθμό επιτυχίας», ανεξάρτητα από την απόδοσή τους στη εξέταση του μαθήματος.

Αμέσως μετά έδωσε στις φοιτήτριες τον αριθμό του κινητού τηλεφώνου του βοηθού του  Α.Τ., ο οποίος δεν είχε σχέση με το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Οι φοιτήτριες επικοινώνησαν με τον βοηθό του καθηγητή και έκλεισαν ραντεβού. Τα ραντεβού κλείστηκαν χωριστά το ένα από το άλλο, καθώς οι δύο φοιτήτριες δεν είχαν μέχρι τότε ιδιαίτερη σχέση μεταξύ τους.

Τα ραντεβού πραγματοποιήθηκαν σε δημόσιους χώρους και ο βοηθός του καθηγητή ζήτησε από τις φοιτήτριες, για λογαριασμό του καθηγητή, ποσά ανάλογα με τον βαθμό που επιθυμούσαν να τους βαθμολογήσει.

Μετά από διαπραγματεύσεις, ο μεσολαβητής έλαβε από την πρώτη φοιτήτρια το ποσό των 250 ευρώ για να βαθμολογηθεί με «6», και το ποσό των 300 ευρώ από την δεύτερη προκειμένου να βαθμολογηθεί με «8».

Όταν η πρώτη φοιτήτρια παραπονέθηκε ότι το ύψος του ποσού είναι μεγάλο και ζήτησε μείωση του, ο βοηθός επικοινώνησε τηλεφωνικά μπροστά της με τον καθηγητή, ο οποίες δεν δέχθηκε να μειωθεί το ποσό.

Μετά την καταβολή των ποσών, ο καθηγητής παρέδωσε στη γραμματεία της Σχολής την επίσημη βαθμολογία και, τηρώντας τη συμφωνία που έγινε με τη μεσολάβηση  βοηθού του, τις βαθμολόγησε με τους συμφωνημένους βαθμούς «6» και «8».

Η μια από τι δύο φοιτήτριες λίγες μέρες μετά την ορκωμοσία της κατήγγειλε το γεγονός της δωροδοκίας.

Κατόπιν αυτών, κατά του καθηγητή ασκήθηκε από τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, στις 28 Απριλίου 2010, πειθαρχική δίωξη για τον λόγο ότι αυτός «επέδειξε διαγωγή εντός του πανεπιστημίου απάδουσα στη αξιοπρέπεια του πανεπιστημιακού λειτουργού».

Συγκεκριμένα του αποδόθηκε ότι εν όψει της εξετάσεως του μαθήματος των μαθηματικών ζήτησε και έλαβε από δύο φοιτήτριες τα ποσά των 250 και 300 ευρώ, με τη μεσολάβηση του Α.Τ., προκειμένου να τις περάσει στο μάθημα των μαθηματικών, κατά τις προσεχείς εξετάσεις, πράγμα που τελικά έγινε, βαθμολογώντας την πρώτη με «6» και την δεύτερη με «8»».

Το πειθαρχικό συμβούλιο του επέβαλε την ποινή της οριστικής παύσης γιατί «με πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος διέπραξε το έγκλημα της παθητικής δωροδοκίας, για το οποίο καταδικάστηκε αμετάκλητα με απόφαση του αρμόδιου ποινικού δικαστηρίου, οι πράξεις του δε αυτές στοιχειοθετούν βαρεία παράβαση των υπηρεσιακών καθηκόντων του και καταδεικνύουν διαγωγή απάδουσα στην αξιοπρέπεια του πανεπιστημιακού λειτουργού».

Παράλληλα, του καταλογίστηκε ότι «ζήτησε και έλαβε κατ΄ εξακολούθηση, χρηματικά ανταλλάγματα που δεν είχε δικαίωμα να λάβει για μελλοντική του ενέργεια περιλαμβανομένη στα καθήκοντα του, ήτοι για αξιόποινη πράξη για την οποία καταδικάστηκε αμετάκλητα από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο».

Το πειθαρχικό συμβούλιο υπογραμμίζει ότι οι ενέργειες του επίμαχου καθηγητή «καταδεικνύουν συμπεριφορά απάδουσα στην αξιοπρέπεια του πανεπιστημιακού λειτουργού και μαρτυράει έλλειψη συνείδησης των βασικών καθηκόντων του, ως εκ τούτου δε πλήττει καίρια το κύρος του ίδιου του σώματος των ακαδημαϊκών δασκάλων, αλλά και του ίδιου του Πανεπιστημίου, αφού το τελευταίο εμφανίζεται να εξαρτά την προαγωγή των φοιτητών του και κατ΄ επέκταση τη χορήγηση σ΄ αυτούς πτυχίων όχι από τις γνώσεις και την επίδοσή τους, αλλά από την παροχή στους λειτουργούς του οικονομικών ανταλλαγμάτων».