X

Έμφραγμα στα δημόσια ταμεία από τις ανελαστικές υποχρεώσεις

Υπό τη δαμόκλεια σπάθη των άδειων ταμείων κινείται η ελληνική κυβέρνηση στις κρίσιμες διαπραγματεύσεις.

Ant1news

Με τις αθροιστικές υποχρεώσεις της Ελλάδας στο δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου, να ανέρχονται στα 15,7 δις. ευρώ, με τα 10,7 εξ αυτών να θεωρούνται ανελαστικές, είναι λογικό να υπάρχει έντονη ανησυχία στο Γενικό Λογιστήριο του κράτους παρά τις περί αντιθέτου διαβεβαιώσεις.

Η ελληνική κυβέρνηση ευελπιστεί ότι μετά την ολοκλήρωση του Eurogroup και την έναρξη των εργασιών από τα τεχνικά κλιμάκια, θα ξεκλειδώσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα η τελευταία δόση των 7,2 δις. ευρώ, αλλά θα αποδοθούν και τα 1,9 δις που οφείλονται στη χώρα από την ΕΚΤ, από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων.

Ευεργετική θα ήταν και μια απόφαση της ΕΚΤ, για αύξηση κατά 1 δις. ευρώ, του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων. Άλλωστε και οι ελληνικές τράπεζες θα ζητήσουν επανεξέταση του ορίου από τον ELA, κατά παρέκκλιση του δεκαπενθημέρου, απόφαση που ενδεχομένως θα ληφθεί αύριο με τηλεδιάσκεψη.

Προς το παρών βέβαια η όποια βοήθεια δίνεται με το σταγονόμετρο, όπως η απόφαση που ελήφθη την περασμένη εβδομάδα σε διάσκεψη που έγινε στη Κύπρο και ανέβασε το όριο χρηματοδότησης κατά 500 εκ. ευρώ, τοποθετώντας το στα 68,8 δις. ευρώ μέσω αυτού του μηχανισμού.

Σήμερα θα έχουμε και μια κρίσιμη δημοπρασία για τρίμηνα έντοκα μέσω του ΟΔΔΗΧ, από την οποία η ελληνική κυβέρνηση προσδοκά να αντλήσει 1 δις. ευρώ, αν υπάρξει βέβαια το ανάλογο ενδιαφέρον.

 Την Παρασκευή έχουμε την πρώτη κρίσιμη πληρωμή καθώς θα πρέπει να προχωρήσουμε στην εξόφληση τρίμηνων εντόκων που λήγουν και ανέρχονται στο ποσό του 1,6 δις. ευρώ. Εντός του Μαρτίου λήγει βεβαίως και μια ακόμα δόση προς το ΔΝΤ.

 Εν κατακλείδι, ακόμα και αν όπως διαβεβαιώνουν παράγοντες του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, έχουμε εξασφαλίσει τις υποχρεώσεις του Μαρτίου, είναι σίγουρο ότι θα χρειαστούμε χρήματα τον επόμενο μήνα για να ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις μας κι εκεί θα κριθεί κατά πόσο η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να προχωρήσει με τις μεταρρυθμίσεις και πόσο ικανές να φέρουν χρήματα είναι αυτές, ενώ από την άλλη πλευρά θα δούμε κατά πόσο η περίφημη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη θα γίνει πράξη κι αν υπάρχει πολιτική βούληση γι΄αυτό.

Με τα παραπάνω να δείχνουν ως μονόδρομος, κανείς δεν θέλει να σκέφτεται την άλλη λύση, η οποία θα είναι αναγκαστική προσφυγή σε νέα φορολόγηση, προκειμένου να βρεθούν χρήματα για τα δημόσια ταμεία κι αυτό γιατί κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα έχει αποτέλεσμα, αλλά και γιατί οι κοινωνικές προεκτάσεις μιας τέτοιας λογικής θα είναι ιδιαιτέρων επώδυνες.