X

“Άλμα” στις ελληνικές εξαγωγές τον Ιούλιο

Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων προβλέπει ότι στο τέλος του έτους οι ελληνικές εξαγωγές θα καταγράψουν ιστορικό ρεκόρ.

Ant1news

Νέα ισχυρή άνοδος των ελληνικών εξαγωγών τον Ιούλιο, επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις ότι οι εξωστρεφείς επιχειρήσεις, θα κλείσουν το έτος πετυχαίνοντας νέο ιστορικό ρεκόρ! Οι εξαγωγές, κινήθηκαν και τον Ιούλιο του 2018 σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, καταγράφοντας αύξηση 20,9%.

Παρά την μεγάλη επιτυχία, ενός κλάδου που μαζί με τον Τουρισμό, αναμένεται να είναι οι βασικοί πυλώνες της ανάπτυξης στην μεταμνημονιακή εποχή, τα προβλήματα στην ελληνική παραγωγή παραμένουν, όπως η υψηλή φορολογία, η γραφειοκρατία και τα Capital Controls.

Όπως επισημαίνουν οι εξαγωγείς, προβληματισμό δημιουργεί και η επιβράδυνση των ρυθμών συρρίκνωσης του εμπορικού ελλείμματος, το οποίο στο επτάμηνο του 2018 διαμορφώθηκε στα 12,6 δις ευρώ.  Σύμφωνα με τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Εξαγωγέων, η παραπάνω εξέλιξη καθιστά επιτακτική την ανάγκη λήψης μέτρων για την τόνωση της εγχώριας παραγωγής, ώστε να υποκατασταθούν σε ένα βαθμό οι εισαγωγές.

Συγκεκριμένα, τονίζεται ότι το μεταμνημονιακό μοντέλο ανάπτυξης οφείλει να έχει στον πυρήνα του τις ελληνικές εξαγωγές. Πρέπει όλη η παραγωγική μηχανή να στρέφεται γύρω από αυτές, και να διευκολύνει το έργο τους, αίροντας τα εμπόδια όπως τα capital controls και την υψηλή φορολογία. Εξάλλου, οι εξαγωγές απέδειξαν καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης ότι αποτελούν βασικό πυλώνα της εθνικής οικονομίας.

Ακόμα περισσότερο, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων οι ελληνικές εξαγωγές οδεύουν προς νέο ιστορικό ρεκόρ. Πιο αναλυτικά, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν αρνητικές γεωπολιτικές εξελίξεις μεγάλης έκτασης στην ευρύτερη περιοχή, οι ελληνικές εξαγωγές αναμένεται να αυξηθούν το 2018 περίπου κατά 8% - 10%, διατηρώντας τη δυναμική που έχουν αναπτύξει ως σήμερα.

Ανάλογες αισιόδοξες προβλέψεις υπάρχουν και για το επόμενο έτος 2019, με δεδομένη και την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας.

 

Στην ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛ-ΣΤΑΤ, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, οι εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, τον Ιούλιο του 2018 αυξήθηκαν κατά 508,6 εκατ. ευρώ ή κατά 20,9% και ανήλθαν στα 2,93 δις ευρώ από 2,42 δις ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2017. Ανοδικά κινήθηκαν οι εξαγωγές και χωρίς πετρελαιοειδή. Συγκεκριμένα, ενισχύθηκαν κατά 11,4% ή κατά 195,1 εκατ. ευρώ και έφθασαν στα 1,9 δις ευρώ από 1,71 δις ευρώ.

Παρόμοια είναι η εικόνα και στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου 2018. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 2,75 δις ευρώ ή κατά 16,5% και ανήλθαν σε 19,39 δις ευρώ από 16,64 δις ευρώ ενώ χωρίς τα πετρελαιοειδή αυξήθηκαν στα 13,02 δις ευρώ από 11,53 δις ευρώ, δηλαδή κατά 1,49 δις ευρώ ή κατά 13%.

Ανοδικά κινήθηκαν όμως και οι εισαγωγές τον Ιούλιο του 2018, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 1,05 δις ευρώ ή κατά 26,2% και ανήλθαν σε 5,03 δις ευρώ έναντι 3,98 δις ευρώ κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2017. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αγαθών ανήλθαν στα 3,81 δις ευρώ από 3,07 δις ευρώ, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 739,4 εκατ. ευρώ ή κατά 24%.

Οι εισαγωγές στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου 2018 αυξήθηκαν κατά 2,23 δις ευρώ ή κατά 7,5%, με τη συνολική τους αξία να διαμορφώνεται στα 32,01 δις ευρώ έναντι 29,78  δις ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2017. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αυξήθηκαν στα 23,44 δις ευρώ από 23,01 δις ευρώ, δηλαδή κατά 433,2 εκατ. ευρώ ή κατά 1,9%.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε τον Ιούλιο του 2018 κατά 537,9 εκατ. ευρώ, ή κατά 34,5%, στα -2,09 δις ευρώ από -1,55 δις ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2017. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε στα -1,91 δις ευρώ από -1,36 δις ευρώ, δηλαδή κατά 544,3 εκατ. ευρώ, ή κατά 39,8%.

Στο επτάμηνο του 2018 το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε κατά 517,2 εκ. ευρώ ή κατά 3,9%, στα -12,63 δις ευρώ από -13,14 δις ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2017. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε στα 10,42 δις ευρώ από 11,48 δις ευρώ, δηλαδή κατά 1,06 δις ευρώ, ή κατά -9,3%.