X

Η επιβράδυνση της Ευρώπης απειλεί τις οικονομίες κυρίως των μικρών χωρών

Οι πρώτες εκτιμήσεις δείχνουν ότι κατεβαίνει ο πήχης της ανάπτυξης. Πώς επηρεάζεται η Ελλάδα.

Ant1news

Του Νίκου Ρογκάκου

Αντιμέτωπη με επιβράδυνση της οικονομίας της είναι η Ευρωζώνη και κατ΄ επέκτασιν και η Ελλάδα, με δεδομένο ότι οι πρώτες εκτιμήσεις δείχνουν ότι κατεβαίνει ο πήχης της ανάπτυξης.

Είναι ενδεικτικό ότι στην χώρα μας μόνο λίγες μέρες κράτησε η ευφορία της επιτυχημένης –ομολογουμένως- εξόδου στα αγορές με την έκδοση του 10ετούς ομολόγου, αφού οι δείκτες της πραγματικής οικονομίας φανέρωσαν τα προβλήματα που κρύβονται.

Οι πρώτες εκτιμήσεις κατεβάζουν το περυσινό ΑΕΠ κάτω από το ψυχολογικό όριο του 2%, είναι, μάλιστα, το μικρότερο κακό, αφού ξαφνικά βρεθήκαμε μπροστά σε αρνητικούς ρυθμούς μετά από δυόμισι ολόκληρα χρόνια.

Βλέποντας καλόπιστα τα στοιχεία αυτά μπορούμε να πούμε ότι μπορεί να υπήρξε ύφεση σε ένα τρίμηνο, όμως το έτος έκλεισε με ανάπτυξη της τάξεως του 1,9%, επειδή αναθεωρήθηκαν ελαφρώς προς τα κάτω οι επιδόσεις του 2ου και του 3ου τριμήνου κι ότι εν πάση περιπτώσει όταν κινείσαι στα όρια του στατιστικού λάθους, θα πρέπει να βλέπεις το δάσος, ήτοι ότι η ελληνική οικονομία «έτρεξε» με ρυθμούς υψηλότερους από το μέσο όρο (1,8%) της Ευρωζώνης.

Όμως την παραπάνω θετική ματιά στα γεγονότα, έρχονται να χαλάσουν μικρές αλλά ουσιώδεις λεπτομέρειες.

1. Η επίδοση 1,6% του 4ου τριμήνου (σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2017) είναι από τις πιο μέτριες στην Ευρωζώνη και σίγουρα δεν ταιριάζει στο προφίλ μιας χώρας που υποτίθεται ότι έχει ξεφύγει από τα δεσμά των Μνημονίων και «πετάει» προς τα εμπρός.

2. Ωστόσο, το χειρότερο είναι ότι αυτό το τελευταίο τρίμηνο της περασμένης χρονιάς ήταν τόσο κακό, που «έγραψε» αρνητικό πρόσημο (σε σχέση με το 3ο τρίμηνο), για πρώτη φορά μετά από το 2ο τρίμηνο του 2016, κατατάσσοντας τη χώρα μας στον «πάτο» των μετρήσεων της Eurostat, μαζί με την προβληματική Ιταλία.

Καλός ο τουρισμός αλλά… δεν αρκεί

Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι μόνο με Τουρισμό δεν πας πουθενά. Η επισήμανση αυτή αποκτά ιδιαίτερο βάρος εάν επιβεβαιωθούν τα πρώτα στοιχεία, που δείχνουν ότι οι ανταγωνιστές του ελληνικού τουριστικού προϊόντος θα ανακάμψουν φέτος, άρα οι υπερεισπράξεις δεν θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένες. Η δεύτερη διαπίστωση είναι ότι οι «κακοί» ξένοι δεν έχουν, όπως φαίνεται, εμμονές όταν επισημαίνουν ότι η ελληνική οικονομία πάσχει δομικά και χρειάζεται περισσότερες μεταρρυθμίσεις για να μπορέσει στα σταθεί στα πόδια της.

Μετά από τις σχετικές συστάσεις και παρατηρήσεις της Κομισιόν, τις οποίες η κυβέρνηση επέλεξε να προσπεράσει μένοντας στις επικεφαλίδες της 2ης Μεταμνημονιακής Έκθεσης, το ΔΝΤ την Τρίτη αναμένεται να επαναλάβει ότι «για τη διατήρηση της δυναμικότητας της ανάπτυξης, οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες θα πρέπει να εστιάσουν στην αύξηση της παραγωγικότητας και την μείωση των αδυναμιών» και ότι «η αύξηση των επενδύσεων παραμένει άτονη, λόγω των υψηλών επιδράσεων βάσης και το -ακόμη- αδύναμο επενδυτικό κλίμα».

Όταν οι Οργανισμοί κατεβάζουν τον πήχη

Τους τελευταίους μήνες ΟΟΣΑ, ΔΝΤ, ΕΚΤ και Κομισιόν καταγράφουν αρνητικές αναθεωρήσεις. Αυτό σημαίνει ότι όταν ο γείτονας έχει προβλήματα, και εσύ αναπόφευκτα θα επηρεαστείς αρνητικά.

- Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε σε μια ακόμα εντυπωσιακή αναθεώρηση επί τα χείρω των προβλέψεων της για την Ευρωζώνη, «ψαλιδίζοντας» κατά 0,6% (!) την εκτίμηση για το φετινό ΑΕΠ, μέσα σε λιγότερο από 3 μήνες. Το Δεκέμβριο προέβλεπε ότι η Ευρωζώνη θα καταφέρει να «τρέξει» με 1,7% αλλά πλέον έχει κατεβάσει τον πήχη στο 1,1%, χωρίς να πείθεται κανείς ότι αυτή θα είναι η τελευταία αναθεώρηση προς τα κάτω.

- Ο ΟΟΣΑ, που μόλις πριν τέσσερις μέρες «κούρεψε» τις προβλέψεις του για το γερμανικό ΑΕΠ κατά 0,9%, του γαλλικού κατά 0,3%, του ιταλικού κατά 1,1% και της Ευρωζώνης κατά 0,8%.

- Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι αιφνιδίασε τους πάντες ανακοινώνοντας τριπλό πακέτο μέτρων για να στηρίξει την οικονομία της Ευρωζώνης (διατήρηση χαμηλών επιτοκίων ως το τέλος του έτους, επανεπένδυση των κερδών από τα χρηματοδοτικά εργαλεία που ενεργοποίησε η ΕΚΤ, νέες ενέσεις ρευστότητας στις τράπεζες), φανερώνει μια βαθιά ανησυχία για μια μακρά περίοδο επιβράδυνσης- αν όχι ύφεσης- της οικονομίας.

Το συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα, μέσα σε αυτό το ρευστό οικονομικό περιβάλλον, καλείται να προχωρήσει με σταθερότητα και προσοχή. Και αυτό πρέπει να το πράξει, εν μέσω εμπορικών πολέμων που σιγοβράζουν, του ρευστού πολιτικού σκηνικού στην Ευρώπη με την άνοδο της ακροδεξιάς και του σβησίματος των «ατμομηχανών» της ευρωπαϊκής οικονομίας.