X

Το δικό μου τάμα στον… Δία

Χρόνια τώρα είχα ακούσει για την καλοκαιρινή ανάβαση στην κορφή του Ψηλορείτη, στα 2456μ, αλλά ποτέ μέχρι εφέτος δεν είχα καταφέρει να τη ζήσω.

Ant1news

Ευτυχώς, όμως, τίποτα δεν χάλασε το πρόγραμμά μου και παρά τον λιγοστό χρόνο κατάφερα να γίνω κι εγώ κομμάτι μιας κεφάτης παρέας, να συμμετάσχω σε μία παράδοση που έχει τις ρίζες της στη μινωική Κρήτη και να αγναντέψω το νησί από ψηλά.

Ο Δίας είχε δύο παιδιά: τον Μίνωα, βασιλιά της Κνωσού, και τον Ραδάμανθυ, βασιλιά της Φαιστού. Κάθε χρόνο, για να τιμήσουν τον Δία, οι κάτοικοι των δύο περιοχών «έβγαιναν» (όπως λέγεται στην κρητική διάλεκτο) στην κορφή του Ψηλορείτη, όπου και το Ιερατείο του Δία. Οι μεν της Κνωσού κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο οι δε της Φαιστού κατά το θερινό.

Το έθιμο συνεχίστηκε και όταν επικράτησε η ορθόδοξη χριστιανική εκκλησία με κάποιες μικρές διαφορές. Στην κορυφή του βουνού, επάνω στα ερείπια του αρχαίου ναού, χτίστηκε η πέτρινη εκκλησία του Τίμιου Σταυρού. Αντί του θερινού ηλιοστασίου, επικράτησε η γιορτή των Πέτρου και Παύλου (μία εβδομάδα αργότερα), ενώ αντί του χειμερινού η γιορτή του Σταυρού (επίσης τον Σεπτέμβριο).

Και τώρα, όμως, το καλοκαίρι ανεβαίνουν προσκυνητές από τη νότια Κρήτη, ενώ το εκείνοι από τον βορά επιλέγουν τον Σεπτέμβριο.

Η ανάβαση δεν είναι ό,τι πιο εύκολο μπορεί να κάνει κάποιος στη ζωή του, καθώς τα μονοπάτια, που οδηγούν στην κορυφή, είναι απότομα και κουραστικά. Οι πεζοπόροι κουβαλούν στα σακίδιά τους τροφή και κρασί για ένα πρόχειρο γλέντι στα 2456μ και δεν είναι λίγοι εκείνοι, που διανυκτερεύουν στο υψηλότερο σημείο της Κρήτης, παρά τις χαμηλές θερμοκρασίες.

Εμείς ξεκινήσαμε με 27 βαθμούς Κελσίου από τα 1800μ, όπου αφήσαμε το αυτοκίνητο, και τη νύχτα πρέπει να έπεσε στους 2 βαθμούς, με υγρασία, που έκανε τα πάντα να μοιάζουν βρεγμένα, και ένα βοριά, που σε υποχρέωνε να φοράς σκούφο και χειμωνιάτικο μπουφάν στις 28 Ιουνίου.

Η θέα από την κορυφή δεν περιγράφεται ούτε με τα λόγια ούτε με τις φωτογραφίες, γιατί μόνο όταν είσαι εκεί εκμεταλλεύεσαι και τις πέντε αισθήσεις σου. Βλέπεις από τη Γαύδο μέχρι την Πελοπόννησο, αν βοηθά ο καιρός. Χαζεύεις τις κορφές των Λευκών Ορέων, τις Χανιώτικες Μαδάρες, να αιωρούνται επάνω από τα σύννεφα και τον ήλιο να χάνεται μέσα σε αυτά. Όλη τη νύχτα παρατηρείς τους αστερισμούς, που νομίζεις ότι απλώνοντας το χέρι σου θα πιάσεις την Κασσιόπη και τη Μεγάλη Άρκτο και βάζεις ξυπνητήρι για να δεις τον ήλιο να ανατέλλει από τη νήσο Ντία, έξω από το Ηράκλειο.

Συναντάς ανθρώπους κάθε ηλικίας και κάθε επιπέδου. Κάποιοι συμμετέχουν σε αυτό το έθιμο για 15 και 20 χρόνια. Πολλοί έχουν γνωριστεί σε αυτό το βουνό και έγιναν φίλοι. Πολλοί δεν ξέρουν την ιστορία του, αλλά συμμετέχουν γιατί απλά αυτό έκαναν και οι παππούδες τους.

Θα χαρακτήριζα αυτό το ταξίδι εμπειρία από τις λίγες και είμαι πολύ χαρούμενος, που εκπλήρωσα το δικό μου «τάμα» στον Δία ή μάλλον στον… εαυτό μου και μάλιστα με την καλύτερη παρέα, τους Πεζοπόρους του Σελίνου.