ΦΟΥΤΣΗ ΔΗΜΗΤΡΑ
ΦΟΥΤΣΗ ΔΗΜΗΤΡΑ

02 Φεβρουαρίου 2020 13:33

Χονγκ Κονγκ: το αποτέλεσμα μίας ιδιάζουσας ιστορικής συνθήκης

Διάβασέ μου το...

*Η Δήμητρα Φούτση είναι φοιτήτρια στο τμήμα της Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών – Μέλος της SAFIA.

-

Τους τελευταίους  έξι μήνες εμφανίζονται αποσπασματικά  στο πλαίσιο της διεθνούς επικαιρότητας εικόνες ενός  Χονγκ Κονγκ , που φαίνεται να παραπαίει. Εικόνες μαζικών αντικυβερνητικών διαδηλώσεων, που στιγματίζονται τόσο από ξεσπάσματα βίας από πλευράς διαδηλωτών όσο  και από την χρήση ακραίων μέσων καταστολής από πλευράς αστυνομικών δυνάμεων .   Ευλόγως, ενώπιον των γεγονότων αναρωτιόμαστε : ποιά είναι τα βαθύτερα αίτια και το κρίσιμο διακύβευμα που αναδύονται μέσα από αυτό το τοπίο ανησυχίας και σύγχυσης ;

Κατ ‘ αρχάς, απαραίτητο είναι να διατρέξουμε τα  κομβικά εκείνα ιστορικά γεγονότα τα οποία κατά μείζονα  λόγο έχουν διαμορφώσει το σύγχρονο ιδιάζων πολιτικό καθεστώς του Χονγκ Κονγκ . Το 1842, η Κίνα – υπό την αυτοκρατορική  δυναστεία των Qing  ηττάται στον πρώτο Πόλεμο του Οπίου εναντίον της Βρετανικής  Αυτοκρατορίας και αναγκάζεται να της παραχωρήσει την κυριαρχία επί του  νησιού του Χονγκ Κονγκ με τη συνθήκη του Nanjing. Η επίθεση των Άγγλων εξαπολύθηκε μετά την προσπάθεια της ηγεσίας να πατάξει το  παράνομο εμπόριο του βρετανικών συμφερόντων οπίου που είχε εδραιωθεί στην περιοχή, καθώς είχε οδηγήσει μεγάλο μέρος του πληθυσμού  της σε εθισμό. Η  βρετανική αντίδραση, καθώς είχε οικονομικά ερείσματα, ήταν άμεση και οδήγησε στην ήττα της Κίνας με αποτέλεσμα τον εδαφικό ακρωτηριασμό. Μετά το νησί  του Χονγκ Κονγκ, η διαμορφωθείσα πλέον σχέση υποτέλειας της Κίνας προς τους Βρετανούς εκφράζεται με την εδαφική παραχώρηση της χερσονήσου του Kowloon [1] με τη συνθήκη του Peking το 1960 και με την συμφωνία για την μίσθωση της επικυριαρχίας  επί  των Νέων Περιοχών μαζί με 235 μικρά όμορα  νησιά από το 1898 και για διάρκεια 99 ετών. 

Ως  αποικία πλέον της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, το Χονγκ Κονγκ γνωρίζει σταδιακά σημαντική οικονομική και βιομηχανική ανάπτυξη ιδιαίτερα κατά την δεκαετία του 70’, χωρίς, ωστόσο, να εκλείπουν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καταπιέσεις του αυτόχθων πληθυσμού από την αποικιακή διοίκηση. Σημαντική κοινωνική αναταραχή σημειώθηκε το 1967 κυρίως από το εμπνεόμενο εργατικό κίνημα που προήλθε από την  Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση [2], η οποία, όμως ,καταπνίγηκε άμεσα.

Η μεγάλη καμπή προς αλλαγή του προϋπάρχοντος αποικιακού καθεστώτος συντελέσθηκε το 1984, όταν η πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Margaret Thatcher και ο πρωθυπουργός της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας Zhao Ziyang υπέγραψαν την σινο-βρετανική Κοινή Δήλωση ( Joint Declaration ), βάσει της οποίας  για μία μεταβατική περίοδο διαρκείας 50 ετών το Χονγκ Κονγκ αποτελεί μέρος της ενιαίας επικράτειας της Κίνας υπό ειδικό διοικητικό καθεστώς (Special Administrative Region ). Πρόκειται για ένα καθεστώς ( υπό τη διαδεδομένη ονομασία one country , two systems ) που χαίρει ευρείας  αυτονομίας, η οποία μεταφράζεται σε διατήρηση του καπιταλιστικού οικονομικού μοντέλου και σε απόλαυση ενός καταλόγου θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα ελευθερίας της έκφρασης και το δικαίωμα του συνέρχεσθαι. Η τήρηση του ιδιόμορφου αυτού καθεστώτος  και  η ρύθμιση των επί μέρους αρμοδιοτήτων των κρατικών οργάνων τελούν υπό τη θεσμική εγγύηση του Βασικού Νόμου ( Basic Law ) του Χονγκ Κονγκ, ο οποίος διαμορφώθηκε στο πλαίσιο των διμερών αυτών διαπραγματεύσεων και τέθηκε σε ισχύ μέσω κύρωσής του από την Κίνα. Μετά το πέρας της περιόδου, εν έτει δηλαδή 2047, προβλέπεται ότι θα ακολουθήσει η  πλήρης ενσωμάτωση και σε θεσμικό επίπεδο του Χονγκ Κονγκ στην κινεζική επικράτεια. 

Πέραν όμως των ορίων σκιαγράφησης του ιστορικού υποβάθρου, είναι κρίσιμο να αναλογιστούμε πώς η συγκεκριμένη κατάσταση βιώνεται υπό όρους πολιτικούς. Ήδη 27 χρόνια πριν την υλοποίηση της πλήρους ενσωμάτωσης, το θεσπισθέν καθεστώς αυτονομίας κατηγορείται εντόνως για εμφανές έλλειμμα δημοκρατικότητας. Αναμφίβολα, αθέμιτο θα ήταν να αρνηθούμε ότι οι βασικές ελευθερίες πράγματι ασκούνται και προστατεύονται θεσμικά καθώς και να παραβλέψουμε γεγονότα που το αποδεικνύουν.  Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ότι το Χονγκ Κονγκ είναι το μοναδικό μέρος της Κίνας, όπου μνημονεύεται η επέτειος της  σφαγής χιλιάδων διαδηλωτών από το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς  στην Πλατεία Τιεν-αν-μεν  ( 4 Ιουνίου 1989) [3]. Ωστόσο, η εν προαναφερθείσα κατηγορία βρίσκει ευλόγως έδαφος στον προδήλως μη δημοκρατικό τρόπο εκλογής των οργάνων της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας. Το προδήλως αντιδημοκρατικός , για να είμαστε σαφείς , ας νοηθεί με την στενή του έννοια : ρυθμίσεις που παραβιάζουν την αρχή της πλειοψηφίας. 

Ειδικότερα, το ανώτατο εκτελεστικό όργανο, δηλαδή ο Διευθύνων Σύμβουλος ( Chief Executive ), δεν εκλέγεται δια καθολικής ψηφοφορίας  αλλά από μία  ειδικώς επιλεγμένη  Εκλογική Επιτροπή (Election Committee) αποτελούμενη από  μόλις 1.200 μέλη, μεταξύ των οποίων ευρύτερη εκπροσώπηση λαμβάνουν τα μέλη του νομοθετικού οργάνου (Legislative Council ), μέλη εταιριών κολοσσών καθώς  και πολιτικοί προσφιλείς προς το κινεζικό καθεστώς. Σαφώς, διόλου τυχαία δεν είναι αυτή η σύνθεση, η οποία αποτελεί και άμεση συνέπεια του προνομίου που έχει διατηρήσει η Κίνα μέσω του Βασικού Νόμου: αρνησικυρία επί κάθε μεταβολής του εκλογικού νόμου τελουμένη χωρίς την προηγούμενη έγκρισή της.

Ακόμη πιο δαιδαλώδης  και με περιορισμένα ‘δημοκρατικά’ στοιχεία, αποδεικνύεται και η εκλογή του νομοθετικού σώματος (Legislative Council ). Οι συνολικά 70 έδρες του σώματος κατανέμονται μεταξύ των μισών που εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία βάσει γεωγραφικών περιφερειών και των λοιπών που εκλέγονται βάσει ενός συστήματος λειτουργικών περιφερειών (Functional Constituencies ). Πρόκειται για ομάδες ειδικών συμφερόντων και ενώσεις εργασιακών τομέων, όπως η βιομηχανία τουρισμού, ασφαλίσεων, υφαντουργίας αλλά και σημαντικοί εταιρικοί δρώντες. Έτσι, ο καθένας ψηφίζει δις : μία ως πολίτης της περιφέρειας του , μία ως μέλος μίας ειδικής  λειτουργικής περιφέρειας  (one person, two votes system). Όσοι δεν είναι εγγεγραμμένοι σε καμία λειτουργική περιφέρεια έχουν τη δυνατότητα να ψηφίσουν για πέντε έδρες, οι οποίες αποτελούν μία διακριτή λειτουργική περιφέρεια.

Το σύστημα αυτό των λειτουργικών περιφερειών έχει αποδειχθεί συστηματικά να εξασφαλίζει την εκλογή παραγόντων με στενούς οικονομικούς δεσμούς με το Πεκίνο και γι’αυτό έχει κατακριθεί εντόνως. Οι διαδηλώσεις του κινήματος των Ομπρελών το 2014  είχαν στο στόχαστρο ακριβώς τον εμφανή αντιδημοκρατικό χαρακτήρα αυτού του συστήματος. Εμφανή υπό την έννοια ότι διευκολύνει και ίσως, υπό την όλο και στενότερη επιρροή της Κίνας, επιδιώκει την χειραγώγηση του νομοθετικού σώματος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ο Βασικός Νόμος ως εγγύηση της αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ δεν αποτελεί κατ’ ουσίαν σύνταγμα και ο συχνός χαρακτηρισμός ως μικρού συντάγματος αποβαίνει παραπλανητικός. Ο Βασικός Νόμος  αποτελεί μεν  θεσμικό ανάχωμα σε επίπεδο δικαιωμάτων ,  αρύεται δε την τυπική  ισχύ του από το Κινεζικό Σύνταγμα . Ρητώς, δηλαδή , η υπεροχή  της Κίνας κατοχυρώνεται και σε δικαϊκό επίπεδο.

Οι πρόσφατες διαδηλώσεις αποτελούν ακριβώς μία αντίδραση των πολιτών του Χονγκ Κονγκ απέναντι στο πόσο ασφυκτικός σταδιακά γίνεται ο κλοιός της Κίνας ως προς τη διατήρηση του καθεστώτος τους. Γεγονός που πυροδότησε αρχικά την μαζική κινητοποίηση ήταν η κατάθεση προς ψήφιση ενός νομοσχεδίου που θα επέτρεπε την έκδοση υπόδικων για σοβαρά ποινικά αδικήματα σε χώρες με τις οποίες το Χονγκ Κονγκ δεν έχει συνάψει σύμφωνο περί του ρυθμιστικού πλαισίου της απέλασης. Αυτές ήταν  η Ταιβάν, στην οποία και  διαπράχθηκε ο φόνος που έφερε στην επιφάνεια το συγκεκριμένο νομικό πρόβλημα, αλλά και η Κίνα. Η πιθανότητα έκδοσης στην τελευταία είναι για πολλούς δικαίως  ταυτισμένη με την απώλεια των εχεγγύων της δίκαιης δίκης . Ενώπιον μιας τέτοιας προοπτικής το κίνημα προς απόσυρση του νομοσχεδίου γιγαντώθηκε  και γρήγορα μετουσιώθηκε σε μία καταδικαστική κραυγή της διάβρωσης των δημοκρατικών θεσμών υπό τις κινεζικές πιέσεις. Το νομοσχέδιο πράγματι αποσύρθηκε τον Σεπτέμβριο, το διακύβευμα όμως της θωράκισης του καθεστώτος αυτονομίας παραμένει.

Οι διαδηλωτές  συνεχίζουν αδιάκοπα να φωνάζουν για διεξαγωγή  ανεξαρτήτου  έλεγχου επί της ασκηθείσας  αστυνομικής βίας,  καθώς και την καθιέρωση καθολικής ψηφοφορίας τόσο για το εκτελεστικό όσο και για το νομοθετικό όργανο. Οι φωνές αυτές προς αυτοδιάθεση, όσο το 2047 αναπόφευκτα πλησιάζει, προβλέπεται να ενταθούν δραματικά. Καθίσταται όμως και όλο και πιο δύσκολο να εισακουστούν.  Για όσους δεν είναι έτοιμοι να παραδώσουν αμαχητί την αυτονομία τους, ούτε τώρα ούτε σε 27 χρόνια, η σύγκρουση φαντάζει βέβαιη και το μέλλον αβέβαιο. Έως τότε, οι δημοκρατικές αντιστάσεις του Χονγκ Κονγκ συνεχώς θα δοκιμάζονται.

[1] Το σημερινό Χονγκ Κονγκ αποτελείται από τη νήσο του Χονγκ Κονγκ ( Ηοng Kong Island), τη χερσόνησο του Κawloon ( Κawloon Peninsula ) και τις Νέες Περιοχές ( Νew Territories).

[2]  Πρόκειται μια κοινωνικό-πολιτική κίνηση που έλαβε χώρα στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας από το 1966 έως το 1976, με πρωτεργάτη τον  γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, Μάο Τσετούνγκ.

[3] Το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς, υπό τη διαταγή του Ντενγκ Σιαοπίνγκ, εξαπέλυσε μέσω του στρατού σφαγή εναντίον των χιλιάδων φοιτητών που είχαν συγκεντρωθεί στην κεντρική πλατεία του Πεκίνου Τιέν Αν Μεν ( Πλατεία της Ουράνιας Γαλήνης).

*H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς  και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.

VIDEO