Οικονομία

06 Φεβρουαρίου 2020 08:34

ΣΕΒ: Υγιής ανταγωνισμός, ισχυρότερη οικονομία

Διάβασέ μου το...

Σε πόσα δις αποτιμά ο Σύνδεσμος την θετική επίδραση που θα έχει η αξιοποίηση της παρακαταθήκης της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ.

ΣΕΒ: Υγιής ανταγωνισμός, ισχυρότερη οικονομία
-

"Το πλαίσιο και η ποιότητα των κανόνων μιας οικονομίας καθορίζουν την ανταγωνιστικότητά της, καθώς και τον βαθμό εμπιστοσύνης καταναλωτών και επενδυτών. Ο ΣΕΒ είναι διαχρονικός υποστηρικτής κάθε προσπάθειας ενδυνάμωσης του ελεύθερου ανταγωνισμού, κάτι που ενισχύει και τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να καινοτομούν να επενδύουν και να τονώνουν την απασχόληση. Παράλληλα, μεγάλοι κερδισμένοι είναι οι καταναλωτές που απολαμβάνουν μεγαλύτερη ποικιλία, ποιότητα, και καλύτερες τιμές", αναφέρει δελτίο του Συνδέσμου.

Όπως σημειώνει ο ΣΕΒ:

"Το δύσκολο έργο της απελευθέρωσης της ελληνικής αγοράς από πλήθος νόμων και διατάξεων που οδηγούν στον περιορισμό και τη στρέβλωση του ελεύθερου ανταγωνισμού αποτέλεσε μέρος των πολιτικών, που υιοθετήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια (π.χ. άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων). Ωστόσο, η απελευθέρωση της ελληνικής αγοράς από πλήθος στρεβλωτικών κανόνων, συναντάει αδράνειες που την καθυστερούν. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει συμβάλει, με τη σειρά της, σε αντίστοιχες προσπάθειες βελτίωσης εντοπίζοντας για παράδειγμα, περιπτώσεις υπέρμετρα περιοριστικών υποχρεώσεων (π.χ. στην τιμολόγηση).

Η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ

Το Toolkit, δηλαδή η εργαλειοθήκη, του ΟΟΣΑ αποτελεί ένα μηχανισμό για τον εντοπισμό δυσλειτουργιών, από νόμους, που επιβαρύνουν τον ανταγωνισμό και τον εντοπισμό εργαλείων για την αντιμετώπισή τους. Αξιοποιείται από τις χώρες που το χρησιμοποιούν, για τον εντοπισμό των παρεμβάσεων, που πρέπει να γίνουν, σε επιμέρους αγορές και για την αξιοποίηση των καταλληλότερων νομικών εργαλείων. Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική, οι κυβερνήσεις των χωρών, που χρησιμοποιούν την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ επιλέγουν κλάδους της οικονομίας με σημαντική συμμετοχή στην Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία, ώστε, μέσα από την αξιοποίησή της να υπηρετούνται οι δικές τους πολιτικές προτεραιότητες.

Η εργαλειοθήκη, εξετάζει το νομοθετικό πλαίσιο. Δεν εξετάζεται η εφαρμογή από τη δημόσια διοίκηση, οι διεθνείς καλές πρακτικές, τυχόν θέματα αθέμιτου ανταγωνισμού ή διοικητικών βαρών των επιχειρήσεων. Ωστόσο εξετάζεται ο υπερβάλλων ζήλος στην εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας (gold plating).

Τα αποτελέσματα της χρήσης της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα έχουν εκπονηθεί τρεις εργαλειοθήκες (2012, 2014, 2016), οι οποίες αρχικά αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία, αν όχι εχθρικότητα.  Οδήγησαν όμως συνολικά στην αξιολόγηση των συνθηκών ανταγωνισμού σε 13 τομείς που αντιπροσωπεύουν το 30,7% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας στη χώρα και το 35,2% της απασχόλησης, από τον τουρισμό έως το εμπόριο, τον κλάδο τροφίμων και συγκεκριμένους κλάδους της μεταποίησης. Έγινε έτσι αξιολόγηση 2.312 νόμων και κανονιστικών διατάξεων, εντοπίστηκαν 1.276 εξ αυτών, που δυνητικά περιορίζουν τον ανταγωνισμό και διατυπώθηκαν 775 προτάσεις. Η υιοθέτηση των 161 εξ αυτών, κατά τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, θα δημιουργήσει στην Ελλάδα αντίκτυπο με χαμηλότερες τιμές για τους καταναλωτές, βελτίωση της αποτελεσματικότητας και αύξηση των πωλήσεων.

Συνολικά, ο θετικός αντίκτυπος για την ελληνική οικονομία είναι σχεδόν €6 δισ. Ακόμα, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες του ΟΟΣΑ, η συνολική επίδραση θα είναι ακόμα μεγαλύτερη, λαμβάνοντας υπόψη τα μακροπρόθεσμα οφέλη από τον «εξορθολογισμό» του νομοθετικού πλαισίου και την άρση των περιοριστικών για τον ανταγωνισμό διατάξεων.

Ο ΣΕΒ παρακολουθεί την πορεία υλοποίησης του συνόλου των προτάσεων του ΟΟΣΑ και της μεταφοράς τους στην ελληνική νομοθεσία: Αν και η πρώτη εργαλειοθήκη, που ήταν και η ευρύτερη, προκάλεσε αντιδράσεις, που ακόμα και σήμερα αποτελούν αντικείμενο συζήτησης (άνοιγμα καταστημάτων τις Κυριακές, σημεία πώλησης βρεφικού γάλακτος, bake-off, Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα, κ.ο.κ.), η 3η εργαλειοθήκη ήταν μακράν η μεγαλύτερη σε έκταση νομοθετημάτων, εντοπισμένων εμποδίων και πλήθους συστάσεων.

Βάσει της αξιολόγησης του βαθμού υλοποίησης των 775 συστάσεων του ΟΟΣΑ, η οποία ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2019, περισσότερο από το 90% των συστάσεων από τα τρία έργα είχε υλοποιηθεί πλήρως κατά τη συγκεκριμένη ημερομηνία, με αποτέλεσμα την εξάλειψη σημαντικού αριθμού νόμων με αρνητικές επιπτώσεις στον ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων στην εγχώρια αγορά, κάτι το οποίο αποδεικνύει τη διαχρονική προσήλωση των κυβερνήσεων.

ΣΕΒ - Εργαλειοθήκη ΟΟΣΑ - Γράφημα

Πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε την εργαλειοθήκη σήμερα;

Η εργαλειοθήκη δεν είναι απλώς ένα έργο του ΟΟΣΑ. Είναι μια ποιοτική και σοβαρή απάντηση στη μέχρι σήμερα αποσπασματικότητα και έλλειψη αξιολόγησης εφαρμογής που συχνά χαρακτηρίζει τη διαδικασία παραγωγής του νομοθετικού έργου. Η αξιοποίηση της μπορεί να γίνει με τρεις τρόπους:

  • Πρώτον, με τη σταδιακή ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην αγορά. Οι μεταρρυθμίσεις στη βάση των συστάσεων του ΟΟΣΑ θα επιταχύνουν, με ολοένα και πιο εμφανή τρόπο τα οφέλη στην ανάπτυξη και την απασχόληση.
  • Δεύτερον, με την επέκταση της εφαρμογής της εργαλειοθήκης και σε άλλους κλάδους της οικονομίας, όπου υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι δε λειτουργεί ο ανταγωνισμός, αλλά και για την άρση οριζόντιων εμποδίων στην ελληνική επιχειρηματικότητα. Ζητήματα όπως το κόστος ενέργειας, οι στρεβλώσεις του φορολογικού συστήματος, η έλλειψη πρόσβασης σε χρηματοδότηση υπό εύλογους όρους, στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό εντός της Ενιαίας Αγοράς εις βάρος των ελληνικών επιχειρήσεων, ενώ χρειάζονται βελτιώσεις στην αδειοδότηση, τα διοικητικά βάρη καθώς και το συντονισμό της εποπτείας της αγοράς ως αναπόσπαστο μέρος της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, για τη βελτίωση της μακρόπνοης αναπτυξιακής προοπτικής.
  • Τρίτον, με τη βελτίωση του τρόπου, και της ποιότητας, νομοθέτησης μέσω της ενσωμάτωση των βασικών αρχών, της μεθοδολογίας και της φιλοσοφίας της εργαλειοθήκης στον τρόπο με τον οποίο νομοθετούμε στην Ελλάδα. Η διαλογική διαδικασία που αναπτύχθηκε μεταξύ των υπηρεσιών του ΟΟΣΑ και της ελληνικής δημόσιας διοίκησης συνεισέφερε σημαντικά στην αρτιότητα της τεκμηρίωσης των συστάσεων, έθεσε όμως και τις βάσεις για την καλλιέργεια μιας πιο κριτικής ματιάς και διάθεσης των αρμόδιων υπηρεσιών απέναντι στις νομοθετικές προβλέψεις που καλούνται να ερμηνεύσουν και να εφαρμόσουν. Ταυτόχρονα, η διαδικασία ανταλλαγής απόψεων μεταξύ δημόσιας διοίκησης και στελεχών της αγοράς βελτίωσε την κατανόηση των θέσεων και επιφυλάξεων των δύο πλευρών ως προς συγκεκριμένα ζητήματα, τα οποία συχνά συνιστούσαν «ταμπού».

Συνεπώς, η εργαλειοθήκη, αποτελεί και μια στροφή στην αντίληψη του νομοθέτη για την αξία και χρησιμότητα της διαβουλευτικής διαδικασίας. Είναι ένας «οδικός χάρτης» για πιο οργανωμένες και συντεταγμένες πρωτοβουλίες αλλαγής των εθνικών κανόνων, ώστε να παραμένουν σύγχρονοι, δίκαιοι και αποτελεσματικοί, και να εξυπηρετούν το σκοπό του νομοθέτη πάντοτε με σεβασμό στην αρχή της αναλογικότητας και το κοινό καλό αποφεύγοντας την διατήρηση εμποδίων ή προνομίων.

Γραμμή παραγωγής - εργάτες- εργοστάσιο

Υγιής ανταγωνισμός, ισχυρότερη οικονομία


Το πλαίσιο των κανόνων που ρυθμίζουν τη λειτουργία των επιχειρήσεων μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος συνιστά προϋπόθεση για την επιτυχημένη επανεκκίνηση της οικονομίας, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την αύξηση της παραγωγικότητας .  Κατά τη διαμόρφωση των ρυθμιστικών κανόνων πρέπει επομένως να τηρούνται κάποιες βασικές αρχές.

Καταρχήν, οι κανόνες θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο απλοί και σαφείς, ώστε να διευκολύνεται η κατανόησή τους από το διοικούμενο και να του παρέχονται επαρκή κίνητρα για την εφαρμογή τους. Η απλότητα των διατάξεων ευνοεί την ορθή και ομοιόμορφη ερμηνεία τους και τον έλεγχο της εφαρμογής τους από τις διάφορες αρμόδιες αρχές, λειτουργώντας αποτρεπτικά στη δημιουργία «γκρίζων» πεδίων, επικαλύψεων ή ερμηνευτικών κενών. Με τον τρόπο αυτό προάγεται η ασφάλεια δικαίου, ενισχύεται η εμπιστοσύνη ανάμεσα σε διοίκηση και διοικούμενο και διασφαλίζεται η προστασία του καταναλωτή.

Οι κανόνες θα πρέπει ακόμη να είναι ευέλικτοι και σύγχρονοι, να συμβαδίζουν με τις νομοθετικές εξελίξεις σε ενωσιακό επίπεδο, να σέβονται τις αποφάσεις της κρατούσας νομολογίας, να απηχούν τις τρέχουσες επιχειρηματικές και εμπορικές πρακτικές, τεχνολογικές εξελίξεις και καταναλωτικές τάσεις και να υπόκεινται τακτικά σε αντικειμενική κριτική ώστε να αξιολογείται ο βαθμός στον οποίο συνεχίζει να υπηρετείται επαρκώς ο αρχικός σκοπός του νομοθέτη και σε αντίθετη περίπτωση να καταργούνται απαρχαιωμένες, ανενεργές ή άνευ αντικειμένου προβλέψεις.

Οι κανόνες θα πρέπει τέλος να διασφαλίζουν την ισονομία και να προάγουν τη δημιουργία και διατήρηση ενός «ίσου πεδίου δράσης» για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ίδια αγορά, χωρίς αναιτιολόγητους περιορισμούς, διακρίσεις και διατήρηση στεγανών που συνιστούν εμπόδια στην εύκολη είσοδο και παραμονή σε συγκεκριμένες αγορές ή στην έξοδο από αυτές. Και αυτό γιατί περισσότερο υγιής ανταγωνισμός, σημαίνει χαμηλότερες τιμές για τον καταναλωτή, αυξημένη παραγωγικότητα για τις επιχειρήσεις, ενίσχυση της καινοτομίας, πραγματοποίηση επενδύσεων, αύξηση της απασχόλησης και αξιοποίηση του ταλέντου

Για τον ΣΕΒ, η διασφάλιση του ελεύθερου ανταγωνισμού και ο εξορθολογισμός της έντασης της κρατικής παρέμβασης στη λειτουργία των αγορών είναι θέματα που βρίσκονται διαχρονικά ψηλά στην ατζέντα καθώς αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Η ενίσχυση των ανταγωνιστικών πιέσεων αναγκάζει τις επιχειρήσεις να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους παράγοντας υψηλότερης ποιότητας αγαθά και υπηρεσίες διατηρώντας και επεκτείνοντας την πελατειακή τους βάση, ευνοεί τις επενδύσεις σε καινοτομία και την αύξηση της παραγωγικότητας. Επιπλέον, οικονομίες που επιτρέπουν την είσοδο νέων παικτών και τον ανταγωνισμό τους επί ίσοις όροις με τους υφιστάμενους, εύλογα προσελκύουν το επενδυτικό ενδιαφέρον και κατά συνέπεια έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες για τόνωση της απασχόλησης και δημιουργία νέων αγορών.
Μεγάλος κερδισμένος από τον υγιή ανταγωνισμό των επιχειρήσεων και την οικονομική ευημερία είναι ο καταναλωτής, ο οποίος απολαμβάνει μεγαλύτερη ποικιλία και ποιοτικότερα προϊόντα σε πιο ανταγωνιστικές τιμές.

Δεν είναι ωστόσο λίγες οι φορές που η νομοθεσία εκπληρώνει μερικά μόνο ή και κανένα από τα πιο πάνω κριτήρια, καθιστάμενη η ίδια τροχοπέδη στην υγιή επιχειρηματική δραστηριότητα και στην είσοδο νέων επενδύσεων, εμποδίζοντας τη χώρα να ανακάμψει και να βελτιώσει την εικόνα της στους δείκτες μέτρησης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Και παρόλα αυτά, διατάξεις αναχρονιστικές ή προβληματικές για την ελεύθερη ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας διατηρούνται σε ισχύ καθώς συχνά, η μακροχρόνια εφαρμογή τους οδηγεί στην εξοικείωση των επιχειρήσεων με αυτές και στην αδυναμία τους να αναγνωρίσουν τον αρνητικό αντίκτυπο που συνεπάγονται για τις ίδιες. Και αντίστοιχα, η διαρκής τριβή των στελεχών των δημόσιων υπηρεσιών με διατάξεις που μπορεί να έχουν πάψει από καιρό να ικανοποιούν το σκοπό του νομοθέτη ή που μπορεί να μην έχουν πλέον οποιαδήποτε πρακτική σημασία ή νόημα, αποδυναμώνει την κριτική σκέψη και την αντίσταση στον παραλογισμό της εφαρμογής τους.

Το δύσκολο έργο απελευθέρωσης της ελληνικής αγοράς από πλήθος νόμων και διατάξεων που οδηγούν στον περιορισμό και τη στρέβλωση του ελεύθερου ανταγωνισμού αποτέλεσε μέρος των προγραμμάτων προσαρμογής και οδήγησε σε πρωτοβουλίες όπως το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων με το ν. 3959/2011, καθώς και της πρωτοβουλίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης να εκσυγχρονίσει το απαρχαιωμένο πλαίσιο διακίνησης και λειτουργίας προϊόντων και παροχής υπηρεσιών. Στη συγκεκριμένη μάλιστα περίπτωση, καθοριστικό ρόλο έπαιξε και η συμμετοχή της Επιτροπής Ανταγωνισμού η οποία έκρινε ότι συγκεκριμένοι περιορισμοί όπως η υποχρέωση του παραγωγού, εισαγωγέα και χονδρεμπόρου για αναγραφή της «αρχικής» και των «ενδιάμεσων» τιμών καθώς και των εκπτώσεων λόγω τζίρου στον τιμοκατάλογο, είναι υπέρμετρα περιοριστικοί για τη διαμόρφωση της τιμολογιακής πολιτικής των επιχειρήσεων, ιδίως στους κλάδους όπου οι συχνές μεταβολές τιμών είναι συνήθεις λόγω χρηματιστηριακής διακύμανσης των τιμών των πρώτων υλών, αυξάνουν αδικαιολόγητα το διαχειριστικό τους κόστος και είναι δυσανάλογοι ως μέσα, σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό της κρατικής εποπτείας των τιμών χονδρικής.

Στη συνέχεια, το 2012 με πρωτοβουλία του, τότε, Υπουργού Ανάπτυξης κ. Χατζηδάκη ανατέθηκε στον ΟΟΣΑ η χαρτογράφηση και αξιολόγηση των δυνητικών επιπτώσεων της νομοθεσίας στον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων σε συγκεκριμένους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, το έργο δηλαδή της «εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ για τον ανταγωνισμό» ή πιο γνωστό ως «toolkit I» (Δ2), προσπάθεια την οποία συνέχισαν και οι επόμενες κυβερνήσεις με την ανάθεση στον ΟΟΣΑ δύο ακόμη αντίστοιχων έργων.

Τα ευρήματα του ΟΟΣΑ κατά τη διάρκεια του πρώτου έργου αποτελούν απόδειξη της ικανότητας επιχειρήσεων και δημόσιας διοίκησης να λειτουργούν αδιαμαρτύρητα μέσα σε ένα πλαίσιο διατάξεων που «δοκιμάζουν τις αντοχές τους» γεγονός το οποίο αποτυπώνεται και στη δήλωση του Γενικού Γραμματέα του ΟΟΣΑ κ. Guria ότι την περίοδο εκείνη, οι ελληνικές αγορές βρίσκονταν ανάμεσα στις περισσότερο ρυθμισμένες χωρίς να αναλαμβάνεται καμία συντεταγμένη προσπάθεια για άρση των νομοθετικών εμποδίων σε ορισμένους, έστω, κλάδους της οικονομίας.